B.C. van Fraassen\'s Constructive Empiricism: core ideas

July 14, 2017 | Autor: Spiros Galatis | Categoría: Philosophy of Science, Scientific Realism, Constructive empiricism, Bas Van Fraassen
Share Embed


Descripción

.

ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟΣ ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ Βas C. van Fraassen ΣΠΥΡΟΣ ΓΑΛΑΤΗΣ

Αρ.μτρ. 9986201200014

Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης

27/5/2015 ΑΘΗΝΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ 1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ

2 3

2.ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟΣ ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΙΚΟΣ ΘΕΤΙΚΙΣΜΟΣ 3.ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ 4.ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟΣ ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ i. Εμπειρική επάρκεια ii. Παρατηρήσιμο / μη παρατηρήσιμο iii. Αποδοχή και πίστη 5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

3 4 5 6 6 8 11 12

1

΄ ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Σε αυτή την εργασία θα εστιάσουμε στο φιλοσοφικό έργo B.van Fraassen (1980) The Scientific Image ,παρουσιάζοντας τα χαρακτηριστικά του κατασκευαστικού εμπειρισμού,αναλύοντας τον πυρήνα αυτής της φιλοσοφικής άποψης για την επιστήμη. Θα δοθει προσοχή στα θέματα που έχουν να κάνουν με τον επιστημονικό ρεαλισμο, τις παρατηρήσιμες μη-παρατηρήσιμες οντότητες, την εμπειρική επαρκεια των θεωριων , την διακριση πίστης και αποδοχής καθώς και την σύγκριση Λογικού Θετικισμού και κατασκευαστικού εμπειρισμου.

2

1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στο βιβλίο The Scientific Image(1980) του Bas C. Van Fraassen γίνεται μια ανάλυση ενός νέου αντιρεαλιστικού προσανατολισμού ονομαζόμενου από τον ίδιο constructive empiricism, δηλαδή κατασκευαστικός εμπειρισμός. Αυτός ο αντιρεαλιστικός προσανατολισμός αναζωογώνησε κριτικά τον παραδοσιακό εμπειρισμό και την ερμηνεία,τον σκοπό και το περιεχόμενο της επιστήμης. Μια μορφή αντιρεαλιστικού προσανατολισμού πρίν από τον van Fraassen ήταν ο Λογικός Θετικισμός ο οποίος όμως κατέρρευσε λόγω του γλωσσοαναλυτικού τρόπου που αντιμετώπιζε την επιστήμη. Ηταν μια φιλοσοφική αντιρεαλιστική προσέγγιση των επιστημονικών θεωριών προσανατολισμένη στο επίπεδο της γλώσσας και στην έμφαση της εμπειρικής επαλήθευσης των θεωριών στην εμπειρια. Μεταφυσικές δεσμεύσεις στον Λογικό Θετικισμό απορρίπτωνταν όπως και στον κατασκευαστικό εμπειρισμό. Ωστόσο ο τελευταίος αν και έχοντας κομματια του Λογικού Θετικισμού, διαφέρει ριζικά από αυτόν.

2.ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟΣ ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΙΚΟΣ ΘΕΤΙΚΙΣΜΟΣ Ο κατασκευαστικος εμπειρισμός του van Fraassen παρουσιάζει ομοιότητες με την φιλοσοφία του Λογικού Θετικισμού, αλλά στον πυρήνα είναι εντελώς διαφορετικές φιλοσοφικές απόψεις πάνω στην επιστήμη. Η άποψη του van Fraassen δεν παρουσιάζει την προβληματική που παρουσίασε ο Λογικός Θετικισμός αν και τα δύο αποτελούν αντιρεαλιστικές προσεγγίσεις της επιστήμης. Πρώτη ομοιότητα του κατασκευαστικού εμπειρισμού και του Λογικού Θετικισμού είναι η απόρρηψη των μεταφυσικών δεσμευσεων στην επιστήμη. Ο Λογικός Θετικισμός, απέρριπτε τελείως τις μεταφυσικές δεσμεύσεις στην επιστήμη και ειδικότερα τις επιστημονικές θεωρίες που ήταν βεβαρυμμένες με θεωρητικούς όρους, οι οποίοι κατέληγαν να μην έχουν νόημα επειδή δεν μπορούσαν να επαληθευτούν εμπειρικά, σύμφωνα με το επαληθευτικό κριτήριο του νοήματος.Έτσι, για αυτούς η γλώσσα της επιστήμης είχε χωριστεί στους μεν θεωρητικούς όρους και τους δε παρατηρησιακούς όρους. Οι θεωρητικοί όροι είναι αυτοί που δεν έχουν νόημα διότι δεν αναφέρονται στον κόσμο ενώ οι παρατηρησιακοί όροι ήταν οι ιδανικοί , αφού είχαν άμεση αναφορά στην εμπειρία(π.χ. αυτό εδώ το κόκκινο τραπέζι) .Επιστημονικές θεωρίες οι οποίες είχαν μέσα θεωρητικούς όρους έπρεπε να αφαιρεθούν από την επιστήμη εκτός εάν οι όροι αυτοί αντιστοιχούνταν σε παρατηρισιακούς όρους και περνούσαν το τέστ του επαληθευτικού κριτηρίου του νοήματος. Ο κατασκευαστικός εμπειρισμός διαφέρει σημαντικά από τον Λογικό Θετικισμό για τον εξής λόγο: δεν γίνεται διαφορά σε θεωρητικούς και παρατηρησιακούς όρους αλλά γίνεται διαφορά στο παρατηρήσιμο και το μη-παρατηρήσιμο. Δεν αναφέρεται στην γλώσσα αλλά στις οντότητες. Για τον van Fraassen, το πόσο θεωρητικά βεβαρυμένες ήταν οι οντότητες

3

δεν τον ενδιέφερε. Αυτό που έχει μεγάλη σημασία είναι εάν αυτές οι οντότητες είναι παρατηρήσιμές ή μη-παρατηρήσιμες. Και εδώ είναι η μεγάλη διαφορά μεταξύ κατασκευαστικού εμπειρισμού και Λογικού θετικισμού. Ο πρώτος δεν χωρίζει την γλώσσα της επιστήμης σε δύο ξένα σύνολα –το σύνολο των θεωρητικών όρων και των κατηγορημάτων και το σύνολο των παρατηρήσιμων όρων και κατηγορημάτων –αλλα διακρίνει τις οντότητες σε παρατηρήσιμες και μη-παρατηρήσιμες. Συνεπώς, δεν τον ενδιαφέρει τον van Fraassen αν οι οντότητες αυτές είναι θεωρητικά βεβαρυμμένες αντιθέτως αν είναι παρατηρήσιμες ή μη.

3.ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ. H αντίδραση στον Λογικό Θετικισμό και στον γλωσσικό προσανατολισμό αυτού του ρεύματος είναι ο Επιστημονικός ρεαλισμος1. Κατά τον van Fraassen, ο επιστημονικός ρεαλισμός αποδίδεται ως εξής: «η επιστήμη, με τις θεωρίες της, σκοπεύει να μας δώσει μια κυριολεκτικώς αληθή περιγραφή του πώς είναι ο κόσμος, και η αποδοχή μιας επιστημονικής θεωρίας ενέχει την πεποίθηση ότι αυτή είναι 2 αληθής.»

Στον παραπάνω ορισμό ο v. Fraassen ορίζει τον επιστημονικό ρεαλισμό ως την επιστημονική πρακτική της παραγωγής κυριολεκτικά αληθών θεωριών από την επιστημονική κοινότητα. Η εικόνα του κόσμου που μας δίνεται από τους επιστήμονες με βάση τους επιστημονικούς ρεαλιστές είναι αληθή τόσο στις λεπτομέρειές της όσο και στις οντότητες που αξιώνει η εικόνα/θεωρία αυτή. Επιπλέον, στον ορισμό τίθεται και η γνωσιολογικής φύσεως πρόταση ότι η αποδοχή της θεωρίας περιλαμβάνει και την πεποίθηση ότι αυτή είναι αλήθής. Με άλλα λόγια, η αποδοχή της θεωρίας λόγω της ικανότητας της να προσαρμόζεται τόσο καλά στα φαινόμενα και να τα περιγράφει επαρκώς ενέχει και την πεποίθηση ότι αυτή η θεωρία είναι αληθής και κατά συνέπεια το σύνολο των εισαγόμενων οντοτήτων που την συνθέτουν, βρίσκουν αναφορά στον κόσμο ακόμη και αν δεν είναι παρατηρήσιμες(οι οντότητες) διά γυμνού οφθαλμού.

1

Σύμφωνα με τον Στάθη Ψύλλο, (Psillos 1999: xix) ο επιστημονικός ρεαλισμός μπορεί να αναλυθεί ως εξής: Μεταφυσική θέση: ο κόσμος έχει μια καθορισμένη και ανεξάρτητη από τον νου δομή. Σημασιολογική θέση: οι επιστημονικές θεωρίες πρέπει να κατανοούνται κυριολεκτικά. Είναι περιγραφές ενός προσδιορισμένου γνωστικού πεδίου τόσο παρατηρήσιμου όσο και μη παρατηρήσιμου, και μπορούν να λάβουν αληθοτιμές. Ως εκ τούτου, μπορούν να είναι αληθείς ή ψευδείς. Οι θεωρητικοί όροι που εμφανίζονται στις θεωρίες έχουν δυνητική γεγονοτική αναφορά. Αν, λοιπόν, οι επιστημονικές θεωρίες είναι αληθείς, τότε οι μη παρατηρήσιμες οντότητες, τις οποίες θέτουν, κατοικούν τον κόσμο. Γνωσιακή θέση: οι ώριμες και επιτυχημένες στις προβλέψεις τους επιστημονικές θεωρίες είναι καλά επικυρωμένες και προσεγγιστικώς αληθείς για τον κόσμο. Επομένως, οι οντότητες που αυτές οι θεωρίες θέτουν ή, εν πάση περιπτώσει, οντότητες οι οποίες είναι παρεμφερείς με εκείνες που θέτουν, κατοικούν τον κόσμο. 2

μτφ. Στεργιόπουλος, Κώστας,2008, Bas C. van Fraassen : Επιστημονική Εικόνα,εκδόσεις Leader Books,Αθήνα, σ. 13, σε πρωτότυπο Bas C. van Fraassen, 1980, The Scientific Image, CLAREDON PRESS,Oxford, p.12

4

Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι μια επιστημονική θεωρία κατά τον van Fraassen πρέπει να ερμηνεύεται κατά κυριολεξία. Αν και δεν δίνει εκτενή ανάλυση στον όρο κυριολεξία,θέτει δύο συνθήκες για την κυριολεκτική ερμηνεία μιας θεωρίας: 1. « . . . οι κατ’οψιν προτάσεις της επιστήμης είναι πραγματικές προτάσεις,ικανές να είναι αληθείς ή ψεδείς.» 2. « . . μια κυριολεκτική ερμηνεία δύναται να αναπτύξει τις λογικές σχέσεις» αλλά «δεν είναι δυνατόν να τις αλλοιώσει.»

3

Όπως συγκεκριμένα αναφέρει « εάν μια θεωρία λέει ότι κάτι υπάρχει τότε μια κυριολεκτικη ερμηνεία μπορεί να αναπτύξει το τι είναι αυτό το κάτι, αλλά δεν μπορεί να εξαλείψει τη συνέπεια 4 της ύπαρξης» . Έτσι, όταν μια θεωρία αναφέρεται για τα άτομα, τότε αυτή θα πρέπει να την

παίρνουμε κυριολεκτικά. Η θεωρία αυτή μπορεί να αναπτύξει τι είναι αυτά τα άτομα, αλλά το γεγονός ότι δηλώνει τέτοιες υποστάσεις , με την κυριολεκτική ερμηνεία, σφραγίζει την ύπαρξή τους στον κόσμο. Γενικότερα,το να επιμείνουμε σε μια κυριολεκτική ερμηνεία της γλώσσας της επιστήμης , σύμφωνα με τον van Fraassen, εννοούμε το να «αποκλείσουμε την ερμηνεία μιας θεωρίας ως μεταφοράς ή παρομοίωσης ή ως έχουσας νόημα μόνον μετά την αφαίρεση του μυθολογικού της περιεχομένου ή ως υποκείμενης δε κάποιο άλλο είδος που δεν διατηρεί την λογική 5

της μορφή.»

. Συνοψίζοντας για τον επιστημονικό ρεαλισμό θα λέγαμε ότι σύμφωνα με αυτόν η επιστήμη προκειμένου να εξηγήσει τα παρατηρήσιμα φαινόμενα –δηλαδη τις παρατηρήσιμες διαδικασίες και δομές- υποστασιοποιεί οντότητες και διαδικασίες που πάνε πίσω και πέρα από τα παρατηρήσιμα φαινόμενα. Δεδομένης της αποδοχής της θεωρίας ενέχεται και η πεποίθηση ότι αυτή είναι εξωλοκλήρου αληθής, δηλαδή δίδει μια αληθή περιγραφή των δεδομένων της. Ετσι, παρέχεται μια αληθή(κατά τους επιστημονικούς ρεαλιστές) περιγραφή των μη παρατηρήσιμων διαδικασιών , η οποία περιγραφή εξηγεί τις διαδικασίες των παρατηρήσιμων φαινομένων.

4.ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟΣ ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ Η παραπάνω θέση του επιστημονικού ρεαλισμού δεν βρίσκει καθόλου σύμφωνους τους εμπειριστές, οι οποίοι περιορίζουν τις επιστημονικές θεωρίες στην αληθή καταγραφή μόνο των παρατηρήσιμων διαδικάσιων και δομών. Ετσί, όντας ο van Fraassen εμπειριστής αναγεννά και αναπτύσσει κριτικά τον παραδοσιακό εμπειρισμό δίδοντας μια εμπειριστική εκδοχή επιστημονικού αντιρεαλισμού ονομαζόμενος από τον ίδιο κατασκευαστικός εμπειρισμός(constructive empiricism). Κατά τον van Fraassen o κατασκευαστικός εμπειρισμός αποδίδεται ως εξής: « η επιστήμη σκοπεύει να μας δώσει θεωρίες που είναι εμπειρικά επαρκείς και η αποδοχή μιας 6 θεωρίας ενέχει ως πεποίθηση μόνον ότι αυτή είναι εμπειρικά επαρκής.» 3

Στο ιδιο(μτφ), σ. 16 Στο ιδιο,σ. 17 5 Στο ιδιο,σ.17 6 Στο ιδιο, σ.18 4

5

i.Εμπειρική επάρκεια Γίνεται φανερή από τον ορισμό η διαφορά του κατασκευαστικού εμπειρισμού από τον επιστημονικό ρεαλισμό. Αναλύοντας τον ορισμό βλέπουμε ότι με την χρήση του όρου «εμπειρικά επάρκής» αναφέρεται στην αληθή περιγραφή των παρατηρήσιμων διαδικάσιών και δομών. Συγκεκριμένα, «μια θεωρία είναι εμπειρικά επαρκής ακριβώς εάν ότι λέει για τα παρατηρήσιμα πράγματα και γεγονότα είναι αληθή –ακριβώς εάν .» .

Κατά τον van Fraassen η κατασκευή μιας θεωρίας συνίσταται στον καθορισμό μιας οικογένειας δομών, δηλαδή των μοντέλων της , και εν συνεχεία στον προσδιορισμό κάποιων τμημάτων αυτών των μοντέλων( των εμπειρικών υπο-δομών) ως υποψήφιων για την άμεση αναπαράσταση των παρατηρήσιμων φαινομένων. Οι δομές της περιγράφονται από τα πειραματικά αποτελέσματα και τις μετρήσεις τις οποίες ονομάζει δομές φαινομένων. Ετσι,δεδομένου του εννοιολογικού οπλοστασίου της κάθε επιστήμης, δηλαδή της θεωρίας και το σύνολο των μοντέλων που υιοθετεί για να εξηγεί τα φαινόμενα, εμπειρική επάρκεια σημαίνει η συμφωνία των εμπειρικών υποδομών με όλα τα ενεργεία φαινόμενα. Όχι μόνο για τα φαινόμενα που όντως παρατηρήθηκαν αλλά και αυτά που παρατηρήθηκαν στο παρελθόν,αυτά που παρατηρούνται τώρα ή θα παρατηρηθούν στο μέλλον. Με άλλα λόγια, μια θεωρία είναι εμπειρικά επαρκής εάν τα παρατηρήσιμα φαινόμενα είναι ισομορφικά με τις εμπειρικές υποδομές κάποιου μοντέλου της θεωρίας. Ή αλλιώς , μια θεωρία παίρνει το πρόσημο της εμπειρικής επάρκειας αν τα παρατηρήσιμα φαινόμενα μπορούν να ενσωματωθούν μέσα στις εμπειρικές υπο-δομές της θεωρίας. Αυτή η δυνατότητα της ενσωμάτωσης των παρατηρήσιμων φαινομένων μέσα στις υποδομές των μοντέλων της θεωρίας απότελεί για τον van Fraassen την εμπειρική επάρκεια μιας θεωρίας. Ωστόσο πρέπει να τονιστεί ότι τα φαινόμενα που ενσωματώνονται και εφαρμόζονται αρμονικά στις υποδομές των μοντέλων της θεωρίας είναι πραγματικώς παρατηρήσιμα φαινόμενα.

ii. Παρατηρήσιμο / μη παρατηρήσιμο Μέχρι τώρα είδαμε ότι για τον van Fraassen η εμπειρική επάρκεια μιας θεωρίας αποδίδεται από την δυνατότητα της ενσωμάτωσης των εμπειρικών φαινομένων μέσα στις εμπειρικές υπο-δομές των μοντέλων αυτής της θεωρίας. Πρέπει ωστόσο να τονιστεί, ότι για έναν κατασκευαστικό εμπειριστή η εμπειρική επάρκεια ριζώνει στην σημαντική διάκριση μεταξύ του παρατηρήσιμου και του μη-παρατηρήσιμου. Κατά τον van Fraassen ένας πρόχειρος ορισμός του παρατηρήσιμου για την αποφυγή σφαλμάτων είναι ο εξής :

7

Στο Ιδιο,σ.18

6

« Το Χ είναι παρατηρήσιμο εάν υπάρχουν περιστάσεις τέτοιες ώστε, αν το Χ είναι παρόν σε εμάς 8 κάτω από αυτές τις περιστάσεις, τότε το παρατηρούμε.»

Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ο van Fraassen κάνει μια διάκριση μεταξύ : (1)παρατηρησης με όργανα και (2) απλής παρατήρησης. Το (1) δεν αποτελεί παρατήρηση ενώ το(2) αποτελει παρατήρηση δίοτι έχει την έννοια της αισθητηριακής αντίληψης και αυτή γίνεται χωρίς την προσθήκη βοηθητικών οργάνων παρατήρησης. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι μια οντότητα είναι ‘’παρατηρήσιμη’’ εάν παρατηρητές καταλλήλως τοποθετηθούν και αντιληφθούν την οντότητα με αβοήθητη παρατήρηση,δηλαδή τα γυμνά τους μάτια. Με τον όρο ‘’αβοήθητη παρατήρηση’’ εννοώ την παρατήρηση η οποία δεν υποβοηθάται από κάποιου είδους βοηθικό μέσο παρατήρησης όπως ανέφερα παραπάνω (π.χ. μικροσκόπιο,τηλεσκόπιο, ηλεκτρονικό μικροσκόπιο κλπ.). Κατά τον van Fraassen, η άμεση αισθητηριακή αντίληψη αποτελεί παρατήρηση. Έτσι, οι δακτύλιοι του Κρόνου αποτελούν παρατηρήσιμες οντότητες. Το ότι κανείς δεν τα είδε αυτά τα πράγματα χωρίς την χρήση οργάνων δεν σημαίνει ότι δεν θα μπορούσε να τα παρατηρήσει καθαρά αν πηγαίνανε αρκετά κοντά . Για αυτό και παρατηρήσιμες οντότητες, δηλαδή αποτελούν οντότητες που θα μπορούσαν να παρατηρηθούν με αβοήθητα μάτια. Η έννοια του ‘’μπορεί’’ εμπεριέχεται στον όρο παρατηρήσιμο, δηλαδή αυτό που ‘’μπορεί να παρατηρηθεί ‘’ . Κατι τέτοιο όμως δεν συμβαίνει σε περιπτώσεις ‘’παρατήρησης’’ μικροσωματιδίων σε ένα θάλαμο νέφωσης, διότι οι όντοτητες αυτές δεν είναι παρατηρήσιμες και ξεπερνούν τα όρια της ανθρώπινης αντίληψης.. Ασκώντας κριτική στο άρθρο του Grover Maxwell «Ontological Status of Theoritical Entities»(1962) πάνω στην αδυναμία διάκρισης ,για τον ρεαλιστή Μaxwell, θεωρίας/παρατήρησης , το ‘’τι είναι παρατηρήσιμο’’ αναλύεται περισσότερο από τον van Fraassen. Για τον van Fraassen το παρατηρήσιμο ορίζεται από αυτόν με όρους στενά εμπειρικούς –θα λεγαμε ανθρωποκεντρικούς. Κριτήριο, λοιπόν, για την παρατηρησιμότητα εκλαμβάνει την επιστημονική κοινότητα. Το παρατηρήσιμο είναι το παρατηρήσιμο-σε-εμας αυτό το οποίο μπορούν να παρατηρούν τα ανθρώπινα φυσιολογικά όντα χωρίς την βοήθεια οργάνων παρατήρησης. Αφού , η επιστημονική κοινότητα αποτελεί σύνολο ανθρώπων αυτή περιορίζεται στους εγγενείς περιορισμούς της ανθρώπινης φύσης όπως μας παρουσιάζουν η βιολογία και οι φυσικές επιστήμες.Ο ανθρωπος,λοιπόν, λειτουργεί σαν μία συσκευή μέτρησης για την επιστημονική κοινότητα και το «δυνάμενο» του όρου «παρατηρήσιμο», δηλαδή «δυνάμενο να παρατηρηθεί» υποβάλλεται σε αυτούς τους βιολογικούς περιορισμούς.

8

Ιδιο,σ.25

7

Επομένως,κατά τον van Fraassen ,ποιο στόχο έχει η επιστημονική δραστηριότητα και πόσο εκτεταμένη είναι η πεποίθησή μας όταν αποδεχόμαστε μια θεωρία; Σε συνδυασμό με τα παραπάνω,αναφέρει συγκεκριμένα, «το να αποδεχθούμε μια θεωρία σημαίνει(για εμάς) να σχηματίσουμε την πεποίθηση ότι αυτή είναι εμπειρικά επαρκής,δηλαδή ότι 9 αυτό που λέει η θεωρία για το παρατηρήσιμο ( για εμάς) είναι αληθές» .

Εχοντας υπογραμμίσει τους βιολογικούς περιορισμούς της επιστημονικής κοινότητας, καταλήγουμε στο ότι αυτό που μετράει για την εμπειρική επάρκεια των θεωριών είναι οι παρατηρήσιμες ιδιότητες των αντικειμένων. Για τους επιστημονικούς ρεαλιστές οι θεωρίες τυπικά λένε για παρατηρήσιμα αντικείμενα τα οποία έχουν έναν αριθμό μη-παρατηρήσιμων υπαρκτών ιδιοτήτων. Π.χ. ένα τραπέζι αποτελείται από ένα σύνολο σωματιδίων/ατόμων τα οποία απέχουν συγκεκριμένες αποστάσεις το ένα από το άλλο. Αυτές οι ιδιότητες είναι μη-παρατηρήσιμες για ένα φυσιολογικό άνθρωπο. Για έναν κατασκευαστικό εμπειριστή αυτές οι θεωρίες δεν είναι δεσμευτικές αφού σε αυτό που δεσμεύεται ένας κατασκευαστικός εμπειριστής είναι στα παρατηρήσιμα πράγματα- λ.χ. χρώμα,σχήμα,μεγεθος τραπεζιού-. Για να πούμε ότι μια θεωρία είναι εμπειρικά επαρκής είναι να πούμε ότι τα παρατηρήσιμα πράγματα έχουν παρατηρήσιμες ιδιότητες που αποδίδονται σε αυτά από τις θεωρίες10. Ο van Fraassen είναι αγνωστικός σχετικά με την ακρίβεια μιας περιγραφής τέτοιας(όπως αυτήν ενός επιστημονικού ρεαλιστή για τα τραπέζια) που δίνεται από την επιστήμη. Δεν λέει ότι οι θεωρίες είναι ψευδείς, ούτε ότι είναι αληθείς, απλά θεωρεί ότι αυτές οι περιγραφές δεν είναι δεσμευτικές και συνεπώς δεν είναι ανορθολογικό το να μην πιστεύεις στην αλήθεια αυτής της περιγραφής που εισάγει μη-παρατηρήσιμες οντότητες ή ιδιότητες . Το θέμα της αποδοχής και της πίστης θα αναλυθεί παρακάτω. Μπορούμε να συνοψίσουμε,λοιπόν, ότι η διαφορά των παρατηρήσιμων και των μηπαρατηρήσιμων οντοτήτων δεν είναι κάποια φιλοσοφική διάκριση. Αν ήταν,τοτε δεν θα διέφερε από τον εμπειρισμό των Λογικών Θετικιστών όπου η γλώσσα της επιστήμης όσον αφορά τις επιστημονικές θεωρίες είχε χωριστεί στους θεωρητικούς όρους , τους παρατηρησιακούς όρους και τα κατηγορήματα που σκοπό είχαν να κάνουν την επιστήμη να έρθει πιο κοντά στον παρατηρήσιμο κόσμο. Αυτός ο νέος εμπειρισμός του van Fraassen στρέφεται σε οντότητες και όχι σε λέξεις. Αυτή η διάκριση αποτελεί εμπειρική διάκριση.

iii. Αποδοχή και πίστη Για τον van Fraassen η αποδοχή μιας θεωρίας έχει ταυτόχρονα και επιστημική11 και πραγματιστική διασταση. Όταν κάποιος αποδέχεται μια θεωρία, έχει μια πεποίθηση ότι αυτή είναι εμπειρικά επαρκής αλλά επίσης έχει και κάτι περισσότερο, μια δέσμευση. Αναφέρει ότι «η πεποίθηση που ενέχεται στην αποδοχή μια επιστημονικής θεωρίας είναι μόνον

9

Ίδιο σ.28 Βλέπε Psillos,Stathis,1999, Scientific Realism: How Science Tracks Truth,Routledge, p.196 11 Ο όρος «επιστημικό»[epistemic] υποδηλώνει το γνωσιακό περιεχόμενο των θεωριών μας το οποίο απότιμάται ως αληθές ή ψευδές. 10

8

12

ότι η θεωρία «σώζει τα φαινόμενα», δηλαδή περιγράφει ορθά ό,τι είναι παρατηρήσιμο. » . Η

δέσμευση που εμπεριέχεται στην αποδοχή , όπως επισημαίνει, είναι «να αντιμετωπίσουμε κάθε μελλοντικό φαινόμενο με τα εννοιολογικά εφόδια αυτής της θεωρίας.Αυτή καθορίζει τους 13 όρους υπο τους οποίους θα αναζητήσουμε την εξήγηση» πιο κάτω αναφέρει « Μια δέσμευση 14

δεν είναι αληθής ή ψευδής· εκφράζει την βεβαιώτητα ότι θα δικαιωθεί.» . Βλέπουμε, λοιπόν, ότι

η αποδοχή μιας θεωρίας ενέχει κατι περισσότερο από μια πεποίθηση , και αυτό είναι η δέσμευση. Ειδικότερα, η αποδοχή της θεωρίας ενέχει την δέσμευση ότι θα αντιμετωπιστεί κάθε μελλοντικό φαινόμενο με τις συγκεκριμένες εννοιολογικές δομές που αυτή εμπεριέχει. Ετσι αυτή η δέσμευση μπορεί να λειτουργήσει και ως εξήγηση των φαινομένων. Εχοντας οι επιστήμονες ένα συγκεκριμένο μοντέλο το οποίο και αποδέχονται δεσμεύονται σε αυτό και έτσι κάθε μελλοντικό φαινόμενο θα εξηγείται με βάση αυτό το μοντέλο της θεωρίας . Ωστόσο, ο van Fraassen, κάνει διάκριση ανάμεσα στην πίστη και την αποδοχή η οποία συνδέεται με το παρατηρήσιμο. Συγκεκριμένα υποστηρίζει ότι τις θεωρίες θα πρέπει να τις διαβάζουμε στην κυριολεξία –αλλά τίποτα δεν μας εγγυάται την πίστη μας για την αλήθεια των θεωριών που αναφέρονται σε μη-παρατηρήσιμες οντότητες. Η εμπειρική μαρτυρία δεν μπορεί ποτέ να κάνει την πίστη στην ύπαρξη των μηπαρατηρήσιμων οντοτήτων την μόνη λογική επιλογή, ώστε να φαίνεται ανορθολογική μια αντίθετη άποψη για τα παρατηρήσιμα φαινόμενα. Ετσι,δεν απορρίπτει ο van Fraassen την πίστη στην ύπαρξη των μορίων ή των ηλεκτρονίων κλπ, ως μη λογική και συνεπώς, το να μην πιστεύουμε σε αυτές τις θεωρίες αποτελεί μια λογική επιλογή. Ο επιστημονικός ρεαλιστής θα λέγαμε κάνει ένα ‘’άλμα πίστης’’ και το να κανει κανείς αυτό το άλμα δεν υπαγορεύεται από την λογική ή την εμπειρική μαρτυρία. Έτσι δεν θεωρεί λάθος την πίστη στα μόρια ή στις μη-παρατηρήσιμες οντότητες αλλά θεωρεί λάθος την πίστη ότι όσοι δεν πιστεύουν στην ύπαρξη των μορίων ή άλλων μη-παρατηρήσιμων οντοτήτων είναι μηορθολογικοι. Κατά τον ίδιο μια πίστη στην αλήθεια της θεωρίαςαποτελεί μια πλεοναστική πεποίθηση στην επιστήμη Τι σημαίνει,συνεπώς, να αποδεχόμαστε την θεωρία για την ύπαρξη των μορίων; Συμφωνα με van Fraassen , σημαίνει ότι την χρησιμοποιούμε ως την προτιμότερη υπόθεση για τις προβλέψεις μας που αναφέρονται στην μελλοντική πορεία των παρατηρήσιμων φαινομένων. Αποδοχή, κατά συνέπεια, είναι η λογική επιλογή της λιγότερο πολύπλοκης υπόθεσης που εφαρμόζει και περιγράφει καλύτερα τα φαινόμενα. Ετσι, για δύο εναλλακτικές θεωρίες για τα αέρια π.χ (1) τα αέρια αποτελούνται από μη-παρατηρήσιμα μόρια ή (2) τα αέρια αποτελούνται από μικροσκοπικά ανθρωπάκια, επιλέγεται και γίνεται αποδεκτή η θεωρία που παρουσιάζει λιγότερη πολυπλοκότητα,δηλαδή η (1). Η επιλογή της (2) αποτελεί μια άχρηστη και πολύπλοκη θεωρία καθώς πέρα από την πρόβλεψη της συμπεριφοράς των αερίων με δοσμένες τις αρχικές παρατηρήσιμες συνθήκες, θα χρειαζόταν περεταίρω ανάλυτική περιγραφή των μη-παρατηρήσιμων οντοτήτων που εισάγονται(πώς είναι αυτά, αν μας μοιάζουν, τι σχημα έχουν κλπ, οσον αφορα το [2]) σε αντίθεση με την εισαγωγή των απλών μορίων/ατόμων που δέχονται λιγότερο αναλυτική περιγραφή, όπως προτάθηκε από τις θεωρίες της φυσικής και χημείας.

12 13

Στο ιδιο σ.6 Στο ιδιο σ.19

9

Ωστόσο, όπως τονίσαμε και παραπάνω η αποδοχή μια θεωρίας δεν εγγυάται την πίστη στην αλήθεια της ,σύμφωνα με τον van Fraassen. Η αποδοχή των μορίων δεν ήταν αποτέλεσμα μιας καθαρής παρατήρησης τους αλλά μια κατασκευή για την εξήγηση της συμπεριφοράς των φαινομένων. Αυτή η αποδοχή και,συνεπώς,η δέσμευση στην θεωρία, είναι για τον van Fraassen, πραγματιστική ,αλλά δεν συνεπάγεται πίστη στην αλήθεια της θεωρίας. Η αποδοχή για αυτόν σημαίνει δέσμευση, μπορεί και ένα σημείο ως εξήγηση. Δέσμευση με την έννοια ότι η θεωρία θα έχει την δυνατότητα να εφαρμόζεται αρμονικα με όλα τα μελλοντικά παρατηρήσιμα φαινόμενα. Το να αποδεχθείς όμως μια θεωρία επειδή δικαιώνεται στο μέλλον δεν σημαίνει ότι αυτό που λέει για το μη-παρατηρήσιμο είναι στην κυριολεξία αληθές. 5.ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Ο Κατασκευαστικός εμπειρισμός είναι η άποψη σύμφωνα με την οποία η επιστήμη έχει ως στόχο της εμπειρικά επαρκείς θεωρίες και η αποδοχή μια επιστημονικής θεωρίας εμπεριέχει την πεποίθηση μόνο για την εμπειρική της επάρκεια,δηλάδη αν τα παρατηρήσιμα φαινόμενα ενσωματώνονται στο μοντέλο της θεωρίας. Η αποδοχή μιας θεωρία ενέχει περισσότερα από μία πεποίθηση,δηλαδή δέσμευση σε μια θεωρία. Αυτή είναι η επιστήμη για τους εμπειριστές. Όπως τονίσαμε στην εργασία ο κατασκευαστικός εμπειρισμός διαφέρει από τον λογικό θετικισμό αν και ο πρώτος έχει ένα κομμάτι του δεύτερου. Το κομμάτι αυτό είναι η απόρριψη των μεταφυσικών δεσμεύσεων. Ωστόσο, για τον κατασκευαστικό εμπειρισμό δεν γίνεται διάκριση λεξιλογίου όπως γινόταν στον Λογικό Θετικισμό(θεωρητικοί όροι και παρατηρισιακοί όροι) αλλά υπάρχει διάκριση ανάμεσα στις παρατηρήσιμες και μηπαρατηρήσιμες οντότητες. Ετσι ο διαχωρισμός αυτός επιτρέπει στην περιγραφή των παρατηρήσιμων να είναι θεωρητικά βεβαρυμένη κάτι που οι Λογικοί Θετικιστές θεωρούσαν ότι έπρεπε να αφαιρείται από την επιστήμη. Αν και θεωρητικα βεβαρυμένη μια οντότητα δεν παύει να είναι παρατηρήσιμη εάν ενας παρατηρητής κατάλληλα τοποθετιμένος θα μπορούσε να παρατηρήσει/αντιληφθεί με γυμνό μάτι. Η έννοια της παρατηρησιμότητας διαπερνά όλη την σπονδυλική στήλη του έργου, βάζει τα όρια για το τι είναι επιστημονικά προσβάσιμο από ένα άνθρωπο με δεδομένους τους εγγενείς βιολογικούς περιορισμούς του. Κλείνοντας θα πρέπει να τονίσουμε ότι ο κατασκευαστικός εμπειρισμός θα πρέπει να συλληφθεί ως η φιλοσοφική περιγραφή της επιστήμης που ψάχνει να εξηγήσει πώς ένας εμπειριστής μπορεί να θεωρήσει την δραστηριότητα της επιστήμης ως συνεπή με την λογική ενός εμπειριστή. Και εν γένει , όπως ο van Fraassen αναφέρει « ο κατασκευαστικός εμπειρισμός δεν είναι μια γνωσιολογία, με την έννοια μιας φιλοσοφικής άποψης για το τι είναι γνώση,πεποίθηση και γνώμη[…] Είναι μια άποψη για το τι είναι η επιστήμη […]»

10

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. μτφ. Στεργιόπουλος, Κώστας,2008, Bas C. van Fraassen : Επιστημονική Εικόνα,εκδόσεις Leader Books,Αθήνα, 2. Bas C. van Fraassen, 1980, The Scientific Image, CLAREDON PRESS,Oxford 3. Σφενδόνη-Μέτζου, Δήμητρα,2006, ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ,ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΖΗΤΗ, Α.Π.Θ 4. Psillos,Stathis,1999,Scientific Realism: How Science Tracks Truth, Routledge 5. http://plato.stanford.edu/entries/constructive-empiricism/

11

Lihat lebih banyak...

Comentarios

Copyright © 2017 DATOSPDF Inc.